ψηφιδωτός

ψηφιδωτός
-ή, -ό, Ν
1. κατασκευασμένος με ψηφίδες, μωσαϊκός
2. το ουδ. ως ουσ. το ψηφιδωτό
παράσταση σε δάπεδο ή σε τοίχο ή σε οροφή, με τη συναρμολόγηση και τη συγκόλληση ποικιλόχρωμων ψηφίδων, αλλ. ψηφοθέτημα ή μωσαϊκό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψηφίδα + κατάλ. -ωτός (πρβλ. ορκ-ωτός). Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στον Αθ. Σακελλάριο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ψηφιδωτός — ή, ό ο φτιαγμένος με ψηφίδες: Η εικόνα αυτή είναι ψηφιδωτή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διακόσμηση — Ο εξωραϊσμός, το στόλισμα, η επίθεση στολιδιών σε ένα οικοδόμημα. Δ. χαρακτηρίζεται οτιδήποτε συμπληρώνει τη βασική κατασκευή ενός κτιρίου, στολίζοντας ή εμπλουτίζοντας την εξωτερική ή εσωτερική επιφάνειά του. Αυτό δεν σημαίνει ότι η δ. έχει… …   Dictionary of Greek

  • σκιαινίδες — (Sciaenidae). Οικογένεια ακανθο πτερύγιων ψαριών που ζουν στις ακτές των θερμών και μερικές φορές των εύκρατων θαλασσών. Η οικογένεια αριθμεί περισσότερα από 100 είδη, από τα οποία, τα πιο πολλά, ψαρεύονται για το νόστιμο κρέας τους.… …   Dictionary of Greek

  • ψήφινος — ίνη, ον, Α ψηφιδωτός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψῆφος + κατάλ. ινος (πρβλ. γή ινος)) …   Dictionary of Greek

  • ψηφιδωτό — Διακόσμηση δαπέδου, τοίχου ή οροφής με πολύχρωμες κατεργασμένες μικρές ψηφίδες από πέτρα, τερακότα ή γυαλί, που συγκολλούνται στερεά σε ένα στρώμα κονιάματος. Για την τεχνική των αρχαίων ψ. υπάρχουν λεπτομερείς περιγραφές από τον Βιτρούβιο και… …   Dictionary of Greek

  • ψηφολογητός — ή, όν, ΜΑ [ψηφολογῶ] ψηφιδωτός …   Dictionary of Greek

  • παλαιοχριστιανική τέχνη — Η τέχνη που αναπτύχθηκε κατά τους πρώτους 6 αιώνες του χριστιανισμού. Υποδιαιρείται σε δύο περιόδους, με διαχωριστικό όριο το 330 μ.Χ., χρονολογία που ιδρύθηκε η Κωνσταντινούπολη. Η πρώτη περίοδος ήταν δύσκολη για τους πιστούς της νέας θρησκείας· …   Dictionary of Greek

  • μωσαϊκός — ή, ό 1. αυτός που αναφέρεται στο Μωυσή: Μωσαϊκός νόμος. 2. αυτός που έχει τη μορφή και τη σύσταση μωσαϊκού, ο ψηφιδωτός: Μωσαϊκά δάπεδα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”